-
1 коллегия
коллегия ж о σύλλογος, το σώμα* η επιτροπή (комиссия)' \коллегия адвокатов о δικηγορικός σύλλογος судейская \коллегия спорт, η ελλανοδίκη επιτροπή* * *жο σύλλογος, το σώμα; η επιτροπή ( комиссия)колле́гия адвока́тов — ο δικηγορικός σύλλογος
суде́йская колле́гия — спорт. η ελλανοδίκη επιτροπή
-
2 коллегия
-и θ.1. σύλλογος• επιτροπή•профессоров σύλλογος καθηγητών•
редакционная коллегия συντακτική επιτροπή•
коллегия защитников δικηγορικός σύλλογος.
2. παλ. συμβούλιο•-иностранных дел συμβούλιο εξωτερικών υποθέσεων.
3. παλ. κολέγιο (εκπαιδ. ίδρυμα). -
3 коллегия
коллегияж ὁ σύλλογος, τό συμβούλιο ίδρύματος:\коллегия защитников ὁ δικηγορικός σύλλογος. -
4 адвокат
ο δικηγόρος, (защитник) о συνήγοροςколлегия - ов ο δικηγορικός σύλλογος.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > адвокат
-
5 коллаген
(белок) το κολλαγόνο коллега ο συνάδελφος. коллегия ο σύλλογοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > коллаген
См. также в других словарях:
Ρακτιβάν — Επώνυμο 2 Ελλήνων επιστημόνων και κοινωνικών παραγόντων. 1. Κωνσταντίνος (Μάντσεστερ, Μεγάλη Βρετανία 1865 – Αθήνα 1935). Έλληνας νομομαθής. Η οικογένειά του που καταγόταν από τη Βέροια και ζούσε στην Κωνσταντινούπολη· εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το … Dictionary of Greek